Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ"
Η στέγαση του καθεδρικού της Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε µε τρούλο ήταν σπαζοκεφαλιά.
Ο Μπρουνελέσκι ήταν αυτός που βρήκε µια λαµπρή και κοµψή λύση
Αποτελεί ένα από τα µεγαλύτερα µυστήρια της ιστορίας της τέχνης. Από γενιά σε γενιά, οι καθηγητές εξηγούν στους µαθητές τους πώς χτίστηκε αυτό το αριστούργηµα της αρχιτεκτονικής, ο καθεδρικός ναός της Φλωρεντίας. Οι µαθητές κάνουν ότι καταλαβαίνουν και όταν µε τη σειρά τους γίνονται καθηγητές διδάσκουν την υπερβολικά περίπλοκη αυτή τεχνική σε µαθητές που, και αυτοί µε τη σειρά τους, κάνουν ότι καταλαβαίνουν: έτσι το µυστήριο διαιωνίζεται και η επιστήµη προοδεύει.
Ο τρούλος της Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε είναι το έµβληµα της Φλωρεντίας από την εποχή της Αναγέννησης. Ωστόσο, µόνο αναλογιζόµενος κανείς τo ύψος του κτιρίου εσωτερικά µπορεί να καταλάβει σήµερα σε ποιον βαθµό το χτίσιµο του ναού αποτέλεσε επανάσταση στην αρχιτεκτονική της εποχής του. Στη συνέχεια, πρέπει κανείς να ανέβει στο καµπαναριό, που είναι ξεχωριστό από τον ναό και βρίσκεται δίπλα στην πρόσοψη (ολοκληρώθηκε κατά τον 19ο αιώνα), για να θαυµάσει το απόλυτο µεγαλείο αυτού του αριστουργήµατος της αρχιτεκτονικής.
Αυτός που το επινόησε ήταν ο Φιλίπο Μπρουνελέσκι (1377-1446), ένας µικροσκοπικός άνθρωπος µπροστά στις τεράστιες διαστάσεις του εργοταξίου. Οµως νίκησε τους αντιπάλους του αρχιτέκτονες και πέτυχε το ακατόρθωτο γιατί είχε µεγάλο «απόθεµα» λύσεων. ∆εν είχε µία απλή ιδέα αλλά δέκα. Ως άνθρωπος ήταν πρακτικός, δεν έµενε στη θεωρία, αλλά λάµβανε υπόψη του όλες τις παραµέτρους ταυτόχρονα, από τις σκαλωσιές έως την ποιότητα των υλικών που χρησιµοποιούνταν. Και στο µεταξύ, επινόησε πριν από τον Κολόµβο την ιστορία του αυγού για να πείσει τους φλωρεντινούς χρηµατοδότες: ήταν αρκετό να σκεφτεί ότι όταν σπάσεις το αυγό λίγο στην άκρη του, µπορεί να σταθεί στο τραπέζι. Ο Μπρουνελέσκι άλλωστε ήταν ο πρώτος αρχιτέκτονας που κατάλαβε ότι ένα εργοτάξιο πρέπει να συνοδεύεται από αυτό που σήµερα ονοµάζουµε «επικοινωνιακή καµπάνια».
Ο Αρνόλφο ντι Κάµπιο, που πέθανε το 1302, έστησε το εργοτάξιο για τον καινούργιο καθεδρικό. Ο Τζιότο σχεδίασε το καµπαναριό. Οι αρχιτέκτονες που τους διαδέχτηκαν δεν είχαν αναρωτηθεί καθόλου για τον τρούλο. Μέσα στη δεκαετία του 1420 είχαν ολοκληρωθεί τα πάντα, συµπεριλαµβανοµένων των τοίχων της βάσης του µελλοντικού τρούλου και κανείς δεν είχε σκεφτεί πώς θα κατάφερναν να την καλύψουν.
Ο διαγωνισµός προκηρύχθηκε και αρχιτέκτονες συνέρρεαν από παντού, µε τα πιο τρελά σχέδια: να χτιστεί µια σκαλωσιά και ένα ενδιάµεσο επίπεδο, να τολµήσουν το χτίσιµο µιας µεγάλης κεντρικής κολόνας, να γίνει η κατασκευή από ελαφρόπετρα για να είναι πιο ελαφριά... Αλλοι σκέφτονταν γιγάντια αντιστηρίγµατα ή τεράστιες αντηρίδες. Ολα τα σχέδια απορρίφθηκαν. Η καλύτερη ιδέα ήταν να γεµίσουν τον ναό µε χώµα ανάµεικτο µε νοµίσµατα, να κάνουν κατά κάποιον τρόπο έναν τεράστιο πύργο από άµµο, να κατασκευάσουν τον τρούλο µε βάση αυτό το καλούπι και στη συνέχεια να αναθέσουν σε όλους τους φτωχούς που θα βρίσκονταν εκεί να βγάλουν το χώµα και να κρατήσουν τα χρήµατα. Ο Μπρουνελέσκι έφτιαξε µια µακέτα, ένα µικρό κτίσµα που µπορούσε κανείς να δει µέχρι το 1431.
Αρχικά, έπρεπε να χτιστεί ένας κύλινδρος, ο οποίος, διάτρητος από στρογγυλά παράθυρα, θα στήριζε το σύνολο και θα µείωνε την πίεση στους τοίχους. Στη συνέχεια, ο Μπρουνελέσκι ξεφεύγει από τη δοµή του τεθλασµένου, οξυκόρυφου γοτθικού τόξου. Ενώνει τέσσερα σταυρωτά οξυκόρυφα τόξα, λες και η οξυκόρυφη δοµή γυρνούσε γύρω από έναν άξονα. Φαντάζεται για την ανακούφιση του βάρους έναν εσωτερικό και έναν εξωτερικό τρούλο, δύο τρούλους που θα ενώνονταν στη βάση του φανού. Οι ακµές αποτελούν δοµή ικανή να στηριχθεί µόνη της. Ανάµεσα σε αυτές, ο αρχιτέκτονας προέβλεψε διαδρόµους τους οποίους µπορεί κανείς να επισκεφτεί ακόµα και σήµερα. Ενωσε τα πέτρινα τόξα µε σιδερένιες επικασσιτερωµένες ράβδους για να τις σταθεροποιήσει. Για τον εσωτερικό τρούλο προέβλεψε ένα ξύλινο πλαίσιο καλυµµένο από σιδερένιες πλάκες. Ανάµεσα στα τόξα, µε στόχο να δηµιουργήσει τεντωµένες µεµβράνες, όπως οι µύες ανάµεσα στα κόκαλα, τα υλικά πλήρωσης θα γίνονταν όλο και πιο ελαφριά όσο θα υψωνόταν το κτίριο. Θα χρειάζονταν πλίνθοι, σε σχήµα V – ή ψαροκόκαλο –, σύµφωνα µε µια παλαιά αρχή, που θα ανέβαιναν σπειροειδώς και σαν κεραµίδια θα είχαν φορά προς το κέντρο του ναού. Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν χρειάστηκε κανένα εξωτερικό ικρίωµα: µια εσωτερική σκαλωσιά, που ψήλωνε µήνα µε τον µήνα παράλληλα µε το εργοτάξιο, ήταν αρκετή για να τοποθετηθούν οι πέτρες και τα τούβλα. Πριν από τον θάνατότου, το 1446, ο Μπρουνελέσκι είχε αρκετό χρόνο για να δηµιουργήσει ένα ακριβές σχέδιο για τον φανό. Σύµφωνα µε την αρχή των γοτθικών ακροσφηνίων, ο φανός πρέπει να ζυγίζει όσο το δυνατόν περισσότερο για να είναι απολύτως σταθερός. Το τελικό ύψος του τρούλου είναι 107 µέτρα και µαζί µε τον φανό είναι 15 µέτρα ψηλότερος. Μια χάλκινη σφαίρα δεσπόζει στο σύνολο.
Αυτό το κερασάκι της τούρτας σφυρηλατήθηκε στο εργαστήριο του Βερόκιο. Και ήταν ένα από τα πρώτα έργα στα οποία δούλεψε ένας νέος µαθητευόµενος, ονόµατι Λεονάρντο. Τι ωραίος συµβολισµός: η ιδιοφυΐα της επόµενης περιόδου έβαλε την τελευταία πινελιά διασφαλίζοντας την αιωνόβια αντοχή του κτιρίου που συµβολίζει την πρώιµη αναγέννηση. Και η σφαίρα αυτή, παρά τα χτυπήµατα των κεραυνών που έχει δεχτεί, πάντα συντηρείται και τοποθετείται και πάλι στη θέση της από τους αρχιτέκτονες του καθεδρικού.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ"
Ο Μπρουνελέσκι πέτυχε το ακατόρθωτο
γιατί είχε µεγάλο «απόθεµα» λύσεων.
Δεν είχε µία απλή ιδέα αλλά δέκα
γιατί είχε µεγάλο «απόθεµα» λύσεων.
Δεν είχε µία απλή ιδέα αλλά δέκα